.

Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

ΧΑΣΑΝ-Ι ΣΑΜΠΑΧ - E.W. HEINE

“Εδώ έξω δεν φοβάστε την οργή των Ασασίνων;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Οχι”, απάντησε ο αλ-Μανσούρ. “Πολύ πιο ασφαλής αισθάνομαι εδώ, στην αλ-Μαφάζε, παρά όταν είμαι στο παλάτι μου. Αλλά και πέρα απ' αυτό, θυμίσου το παραμύθι: κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα του”.
“Τότε γιατί βάλατε σκοπιές;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Ο προφήτης είχε πει: έχε εμπιστοσύνη στον Αλλάχ, αλλά δέσε και τις καμήλες σου από τα γόνατα!”
“Γιατί θέλουν να σας σκοτώσουν οι Ασασίνοι;”
“Είναι μια μεγάλη και μπερδεμένη ιστορία, για την οποία δεν μου επιτρέπεται να μιλήσω. Στην ουσία, όμως, δεν ενδιαφέρονται τόσο για το άτομό μου όσο για το αξίωμά μου”.
“Μιλήστε μου για τους Ασασίνους”, είπε ο Ορλάντο. “Τι ξέρετε γι' αυτούς;”
“Αυτή είναι μια ακόμη μεγαλύτερη ιστορία”.
Ο αλ-Μανσούρ έριξε ένα ξύλο στη φωτιά, τυλίχτηκε σ' ένα σκέπασμα από δέρμα καμήλας και κοίταξε τ' αστέρια:
“Πολικός αστέρας της πίστης, έτσι αυτοαποκαλείται ο Χασάν-ι Σαμπάχ, ο Γέρος του Βουνού, θεμελιωτής και άρχων του τάγματος των Ασασίνων. Οι εχθροί του τον αποκαλούν κτήνος, αιμοχαρή, διάβολο. Για τους οπαδούς του είναι ένας Κουέιμ, ένας Μεσσίας, ο μεγαλοφυής αρχηγός μιας εκλεκτής μειοψηφίας. Κατάγεται από το Γκομ, την ιερή πόλη των Σιιτών στα όρια της ερήμου. Οι προπάτορές του ήταν πιστοί Σιίτες. Αυτός είναι οπαδός των Ισμαηλιτών. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε πολεμώντας την υπερδύναμη των Σουνιτών και τον πανίσχυρο σουλτάνο των Σελτζούκων Μελικσά, που το βασίλειό του εκτέινεται από τη Συρία ως το Ανατολικό Τουρκεστάν. Ανήκοντας πάντα στη μειοψηφία, μένοντας μακριά από τους ισχυρούς, ο Χασάν-ι Σαμπάχ ανέπτυξε μια πολεμική τακτική, τελείως άγνωστη έως τότε”.
“Πείτε μου κι άλλα γι' αυτόν τον Μεσσία”.
“Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Νισαπούρ – σπούδασε Νομικά _ έκανε με δύο σπουδαστές, πολύ φίλους του, μια παράξενη συμφωνία: Οποιος ευνοηθεί από την τύχη, αυτός θα βοηθεήσει και τους άλλους δύο να ανέβουν.
Ο μεγαλύτερος από τους τρεις φίλους έγινε ένας μεγάλος πολιτικός, στην υπηρεσία των Σελτζούκων. Πήρε τον τιμητικό τίτλο Νιτζαμουλμουλκ -σύμβουλος του κράτους- και έγινε πλούσιος και διάσημος υπηρετώντας διαδοχικά δύο σουλτάνους.
Ο δεύτερος, ο Ομαρ Καγιάμ, έγινε πολύ γνωστός σαν συγγραφέας και σοφός. Ο Νιτζαμουλμούλκ τον διόρισε διευθυντή του αστεροσκοπείου. Ο Ομάρ, με εντολή του σουλτάνου, βελτίωσε το ημερολόγιο, έκανε επιστημονικές εργασιές και έγραψε υπέροχα ποιήματα: Γιατί να κοιμόμαστε, όταν ανθίζουν τα ρόδα αγαπημένη.
Ο Νιτζαμουλμούλκ δεν ξέχασε και τον Χασάν. Τον προσκάλεσε στην αυλή και του προσφερε υψηλά αξιώματα. Εκείνος όμως είχε άλλα σχέδια. Χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τη διδασκαλία των νόμων, έβρισκε την ευκαιρία να μελετήσει από πολύ κοντά τους μελλοντικούς εχθρούς του. Σε κάποιες συζητήσεις που είχε με τον φίλο του πάνω στον αντικειμενικό του στόχο, εκείνος του είπε: Παίζεις με τη ζωή σου. Και λέγεται πως ο Χασάν του απάντησε: Το μόνο που χρειάζομαι είναι δύο πιστοί οπαδοί που να μη φοβούνται τον θάνατο – και οι ημέρες του βρβμότουρκου είναι μετρημένες.
Ο Χασάν πήγε στο Κάιρο, όπου κυριαρχούσαν οι ισμαηλίτες, την πίστη των οποίων είχε απασθεί. Τρία χρόνια έμεινε στο βασίλειο του χαλίφη Μουστανσίρ. Το χαλιφάτο των Φατμιδών, το λίκνο των ισμαηλιτών, ήταν γι' αυτόν η πατρίδα της αλληθινής πίστη, η προστασία από την εχθρότητα των Σελτζόυκων Τούρκων κι από το μισητό χαλιφάτο των Σουνιτών Αββασιδών της Βαγδάτης. Μόνο εδώ, στο Κάιρο, υπήρχε το αληθινό Ισλάμ, το μοναδικό πάνω στη γη που έμενε απαράλαχτο από τα χρόνια του Προφήτη. Πόσο σημαντική ήταν για τον Χασάν η ορθόδοξη διαδοχή, φάνηκε στον αγώνα για το χαλιφάτο, που χώρισε τους Ισμαηλίτες σε δυό στρατόπεδα. Ο Χασάν πήγε με το μέρος του μεγαλύτερου, του νόμιμου πρίγκηπα Νιτζάρ και έτσι έγινε αρχηγός των Νιτζάρις, που είναι περισσότερο γνωστοί σαν Ασασίνοι”.
Ο αλ-Μανσούρ έκανε μια μεγάλη παύση. Άδειασε το πτήρι του. Πέρα στο ουάντι ακούστηκε το ουρλιαχτό ενός πεινασμένου λύκου.
“Και μετά τι έγινε;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Ο Χασάν γύριζε όλο το χαλιφάτο για να βρει οπαδούς, τους οποίους συγκέντρωνε για να τους πλάσει όπως εκείνος τους φανταζόταν. Σ' αυτό, τον βοήθησε το εκπληκτικό, χαρισματικό μυαλό του. Οργάνωνε σοφά μελετημένες ομάδες, που τις έστελνε μέχρι το πιο μικρό χωριό του χαλιφάτου για να συγκεντρώσει και νέους συναγωνιστές. Ετσι η δύναμη της αίρεσής του μεγάλωνε πιο γρηγορα απ' ό,τι μεγαλώνουν τα καλάμια του μπαμπού στη βροχή. Σκοπός του Χασάν ήταν να ανεβάσει στον θρόνο τον Νιντζάρ, και με τη βοήθεια του να βασιλέψει. Φυσικά οι εχθροί του πληροφορήθηκαν όλες αυτές τις δραστηριότητες. Οι Σελτζούκοι, με πρώτο και καλύτερο τον Νιτζαμουλμούλκ, ξεκίνησαν ένα αδυσώπητο πόλεμο εναντίον των Νιντζάρις και επικήρυξαν τον Χασάν-ι Σαμπάχ. Οι φίλοι έγιναν εχθροί. Κυνηγημένος, αναγκασμένος να κρύβεται από τους πρώην οπαδούς του, ο Χασάν επέστρεψε στην απομονωμένη περιοχή του Ντάιλαμ. Εδώ στα νοτιοδυτικά της Κασπίας θάλασσας, η γριά αλεπού – ο Χασάν πρέπει να ήταν πια τουλάχιστον πενήντα χρονών – αναζήτησε ασφαλές καταφύγιο. Το βρήκε στο οχυρωμένο Αλαμούτ, που ήταν ανεξάρτητο και άπαρτο, σαν αητοφωλιά.
Αφου πρώτα προσηλύτισαν οι οπαδοί του ορισμένους από τους κατοίκους του κάστρου, μπόρεσε ο Χασάν να εγκατασταθεί εκεί. Με άλλο όνομα κατάφερε να κερδίσει το υπόλοιπο της φρουράς, προς όφελος των Νιντζάρις. Οταν τελικά αποκαλύφθηκε ποιός πραγμάτικά ήταν, το οχυρό είχε περάσει στην κατοχή του χωρίς να χυθεί ούτε μια σταγόνα αίμα. Ο διοικητής του οχυρού Αλί Τοκ ανήθηκε να αποδεχτεί τον καινούριο κύριο, αφού δεν αναγνώριζε άλλον πνευματικό ηγέτη εκτός από τον Αββασίδη χαλίφη της Βαγδάτης και κανένα άλλο κοσμικό άρχοντα πέρα από τον σουλτάνο Μελικσά, της φυλής των Σελτζούκων. Ο Ατόκ ήταν έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του για την πίστη του. Ο Χασάν-ι Σαμπάχ θα μπορούσε να τον είχε θανατώσει ή να μην τον αφήσει να σταθεί σε χλωρό κλαρί. Αντί γι' αυτό, προτίμησε να του δώσει μια επιστολή που απευθυνόταν στον κυβερνήτη του Γκιρντκού και του Νταρμεγκάν. Στην επιστολή έλεγε: ο Αλί, ο γιός του Ατόκ, πήρε 3.000 δηνάρια ως πληρωμή για την πώληση του οχυρού του Αλαμούτ. Ζήτω ο προφήτης και η οικογένειά του.
Ο διοικητής δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να παραλάβει την επιστολή. Αισθάνθηκε παγιδευμένος. Είπε: Ο κυβερνήτης είναι άνθρωπος του σουλτάνου. Θα μου πάρει το κεφάλι αν του παρουσιάσω αυτό το έγγραφο.
Ο Χασάν-ι Σαμπάχ απάντησε: Θα φροντίσω εγώ για τη ζωή σου. Και θα πάρεις τα χρήματά σου”.
Ο αλ-Μανσούρ γέμισε το ποτήρι του.
“Τελικά τα πήρε τα λεφτά;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Θα σου φανεί απίστευτο αλλά τα πήρε. Ο κυβερνήτης διάβασε την επιστολή πολλές φορές δυνατά – ο Αλί Ατόκ φοβήθηκε για το χειρότερο – μετά φίλησε την περγαμηνή και είπε: Ο Αλλάχ είναι ο προστάτης μας. Αυτή η είδηση αξίζει πολύ περισσότερα από 3.000 δηνάρια. Δώστε του τα διπλά.
Αυτό που δεν ήξερε ο Αλί Ατόκ, ήταν πως ο κυβερνήτης ανήκε εδώ και πολύ καιρό στους κρυφούς οπαδούς του Χασάν-ι Σαμπάχ. Και το Αλαμούτ άξιζε πράγματι τα λεφτά του. Με την απόκτηση του οχυρού, οι ισμαηλίτες Νιντζάρις μεγάλωναν σημαντικά τη δύναμή τους. Μετά τηνάλωση του Αλαμούτ, αρχίζει η πραγματική ιστορία των Ασασίνων. Τα οχυρά έπεφταν στα χέρια τους, το ένα μετά το άλλο. Ο αγώνας ενάντια στους ορθόδοξους Σουνίτες και τους Σελτζούκους μπορούσε πειτέλους ν' αρχίσει.
Οι Ασασίνοι δίδαξαν στον κόσμο τι θα πει φόβος. Και το πρώτο θύμα τους, ποιός φαντάζεσαι πως ήταν; Ο Νιτζαμουλμούλκ, ο πρώην καλύτερος φίλος του Γέρου του Βουνού, όπως αποκαλούσαν τον Χασάν- Σαμπάχ μετά την εγκατάστασή του στο Αλαμούτ. Ο σουλτάνος και ο Νιταμουλμούλκ ταξίδευαν για τη Βαγδάτη με μεγάλη συνοδεία. Την ώρα που έμπαιναν στο πέρασμα του Ραστ, κοντά στο Ναχαβάντ, ένας δολοφόνος, μεταμφιεσμένος σε επαίτη καλόγερο, πλησίασε τον σύμβουλο. Το εγχειρίδιο άστραψε και την άλλη στιγμή ο Νιτζαμουλμούλκ βρέθηκε με τον λαιμό κομμένο πέρα για πέρα. Ο δολοφόνος δεν έκανε καμία προσπάθεια να ξεφύγει. Οι σωματοφύλακες του σουλτάνου τον έκαναν κομματάκια. Οι Ασασίνοι θα μπορούσαν να είχαν σκοτώσει και τον σουλτάνο Μελικσά, αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γέρος του Βουνού επέλεξε να σκοτώσει πρώτα τον φίλο του. Ο σουλτάνος έζησε μόνο μερικές ημέρες μετά τη δολοφονία του συμβούλου του. Πέθανε κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού, ανεσα στους σωματοφύλακές του, από κάποιον πυρετό. Γι' αυτόν τον βρωμερό τουρκόσπορο, το μαχαίρι πήγαινεπ ολύ, σχολίασε ο Γέρος του Βουνού, και συμπλήρωσε: Αυτό θα συμβεί και σε όλους όσοι τολμούν να αντιταχθούν στην αληθινή διδασκαλία. Γιατί, όπως λέει το Κοράνιο, Κεφάλαιο 4, στίχος 194: σφάξε τους ώσπου να εγκαταλείψουν τον αγώνα και να νικήσει η αληθινή διδασκαλία του Αλλάχ”.
“Πήγατε ποτέ στο Αλαμούτ;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Εγώ; Στο Αλαμούτ; Τι ερώτηση! Πήγες ποτέ στην κόλαση; Δεν γνωρίζω άνθρωπο που να πήγε εκεί με τη θέλησή του. Θαρρείς πως άδικα το αποκαλούν ας-Σαφάχ, αιματορουφήχτρα;”
“Πως τα καταφέρνει και θυσιάζονται οι άντρες του γι' αυτόν, χωρίς κανένα δισταγμό;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Αυτό το μυστικό έχει απασχολήσει πολλούς. Λένε ότι έχει στενές σχέσεις με τον διάβολο”.
“Εσείς τι πιστεέτε;”
“Να είναι κάποιο φάρμακο;”
“Φάρμακο;”
“Ξέρεις από που προέρχεται η λέξη ασασίν (δολοφόνος); Από το χασσασίν, δηλαδή τον χασισοπότη. Λένε ότι διαπράττουν τις δολοφονίες τους αφού πρώτα καπνίσουν χασίς, γιατί ελάχιστοι μπορούν να κατανοήσουν πως είναι δυνατόν να θυσιάζει ένας άνθρωπος με τόση προθυμία τη ζωή του, με ξάστερο μυαλό. Τέτοις δολοφονικός ιδεαλισμός αγχώνει τους ανθρώπους. Ετσι, προτιμούν να πιστεύουν ότι ο Γέρος ποτίζει τους αγγέλους του θανάτου με κάποιο διαβολικό ελιξίριο”.
“Εσείς καπνίζετε χασίς; Τι πιστύετε;”
“Το χασίς καταστέλλει την επιθετικότητα και μειώνει τα αντανακλαστικά, ιδιότητες που χρειάζονται οι Ασασίνοι περισσότερο από κάθε άλλον, προκειμου να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Το αποκλείο να είναι οι Ασασίνοι χασικλήδες. Βέβαια, υπάρχουν ουσίες, μίγματα διαφόρων ναρκωτικών, που μπορούν να ανεβάσουν την οξύνοια και τη δύναμή μας σε επίπεδα υπερανθρώπινα”.
“Γνωρίζετε καμιά τέτοια ουσία;” ρώτησε ο Ορλάντο.
“Το κιμίγια ασ-σα άντα, το ελιξίριο της μακαριότητας”.
“Θα ήθελα να το δοκιμάσω”.
“Η επιθυμία σου θα εκπληρωθεί”.

E.W. HEINE
ΤΟ ΚΟΛΙΕ ΤΟΥ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΙΩΑΝΝΑ ΛΕΜΠΕΣΗ – ΜΟΥΖΑΚΙΤΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΟΝΙΔΑΡΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: