Λαχανιασμένος ο ανθρωπάκος έφτασε μπροστά στην Πύλη του Μέλλοντος και είπε στο φύλακα:
-Φίλε, άσε με να περάσω.
-Να σ' αφήσω φίλε. Μα τι προσδοκάς απ' το Μέλλον;
-Και τι δεν προσδοκώ. Μεγάλα πράγματα.
-Νομίζεις πως θα τα βρεις;
-Δε νομίζω, είμαι σίγουρος, δαγκώθηκε ο ανθρωπάκος.
-Πως είσαι σίγουρος; Ποτέ δεν ξέρεις τι φέρνει το Μέλλον.
-Ο χρόνος έφερε κιόλας πολλά. Φαντάσου το Μέλον!
-Μπράβο. Η κρίση σου είναι ακτύπητη.
-Εσύ ξέρεις τι θα φέρει το Μέλλον; αναθάρρησε ο ανθρωπάκος.
-Και βέβαια ξέρω. Ευτυχία απέραντη.
-Δόξα σοι ο Θεός. Γιατί ξέρεις...
-Γιατί ξέρω τι; Μίλα λοιπόν
-Να μερικοί, κάποιοι γκρινιάρηδες τέλος πάντων.
-Ξέρω. Οι λίγοι ανικανοποιητοι.
-Λοιπόν δεν είναι και τόσο λίγοι.
-Λίγοι είναι, λίγοι. Και τι λένε οι κακές Κασσάνδρες;
-Κοίτα, γιατί δεν μ' αφήνεις να περάσω;
-Είπαμε, θα σ' αφήσω. Μα πες μου πρώτα.
-Να, λένε πως χάσαμε την ελευθερία μας.
-Τι ανοησία. Σου στέρησε κανείς την ελευθερία σου;
-Εμένα; Οχι, όχι.
-Σου κατήργησε κανείς τη δημοκρατία σου;
-Κανένας, κανένας. Ασε με να περάσω.
-Πες μου πρώτα, τι άλλο λένε.
-Να, λένε, τούτη η ευτυχία είναι ψεύτικη και θα πληρώσουμε με τη ζωή μας.
-Ελπίζω να μην το πιστεύεις.
-Οχι, όχι, εγώ να περάσω θέλω, να φύγω.
-Μα γιατί βιάζεσαι. Η πύλη είναι ορθάνοιχτη.
-Να κοιτάξω λίγο.
-Δεν θα δεις και πολλά. Τα ωραία είναι μακριά.
-Μπορεί να 'χεις και δίκιο. Δε βλέπω τίποτ' από δω.
-Στο είπα. Οι αποστάσεις είναι μεγάλες.
-Μα η ατμόσφαιρα είναι θολή. Σαν μαύρο σύννεφο.
-Αυτό που το βλέπεις;
-Νάτο, είναι μαύρο, κατάμαυρο.
-Ανοησίες. Αν δεν έχεις πίστη στο μέλλον, τι να κάνεις να περάσεις;
-Γιατί πρέπει να περάσω! Καταλαβαίνεις;
-Τι να καταλάβω; Αν δεν πιστεύεις στο Μέλλον, τι προσμένεις από δαύτο;
-Ελπίδα, φίλε, ελπίδα;
-Η μαύρη προπαγάνδα σ' έχει αποβλακώσει.
-Μα τι λες τώρα; Πρέπει να περάσω και γρήγορα.
-Πως κάνεις έτσι; Σα να σε κυνηγάνε.
-Εμένα; Οχι, όχι.
-Ξέρεις, με βάζεις σε σκέψεις. Κακό υλικό μου φαίνεσαι.
-Κακό υλικό;
-Ναι, που φτιάχνει μίζερους, αμφισβητίες, γκρινιάρηδες.
-Και λοιπόν;
-Που τελικά καταλήγουν τρομοκράτες. Που δεν έχουν θέση στο Μέλλον.
-Μη μου στερείς το Μέλλον, φίλε. Αλλη ελπίδα δεν έχω, ψιθύρισε.
Ακούστηκαν βήματα. Σύντομα τον φτάσανε, τον ακουμπήσανε και τον τραβήξανε πίσω στο παρόν. Ο φύλακας μουρμούρισε αηδιασμένος:
-Εψαχνε για ελπίδα στο Μέλλον. Ο ηλίθιος!
ΣΤΕΦΑΝΟΣ Α. ΠΑΪΠΕΤΗΣ
ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ περί τεχνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου