Από το εκπληκτικό βιβλίο του ΜΙΡΣΕΑ ΕΛΙΑΝΤ (MIRCEA ELIADE) ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ (IMAGES ET SYMBOLES) ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΣΕΝΙΔΗΣ
Μερικοί ινδικοί μύθοι εκφράζουν με τρόπο ιδιαίτερα πετυχημένο αυτή την πρωταρχική λειτουργία της «συντριβής» του ατομικού και ιστορικού χρόνου και της ενεργοποίησης του Μεγάλου Χρόνου.
Εισάγεται δηλαδή ο Μεγάλος Χρόνος σαν όργανο γνώσης, άρα και λύρωσης από τα δεσμά της Μάγια.
{Μάγια. Στις Βέδες, (τα ιερά κείμενα δηλαδή των Ινδών), η Μάγια είναι υπερφυσική θαυματουργή δύναμη θεών και δαιμόνων να δημιουργούν απατηλές εντυπώσεις και κυρίως η φοβερή δύναμη που δημιουργεί την κοσμική πλάνη πως ο κόσμος των φαινομένων είναι πραγματικός.}
Ο Ιντρα, ο βασιλέας των θεών, (κάτι σαν τον Δία δηλαδή) αφού νίκησε τον δράκο Βρτρα, αποφασίζει να ξαναφτιάξει και να εξωραϊσει την κατοικία των θεών. Ο Βισβακαρμάν ο θεϊκός τεχνίτης, δουλεύοντας σκληρά ένα χρόνο, καταφέρνει να φτιάξει ένα υπέροχο παλάτι. Ο Ιντρα όμως δε φαίνεται ικανοποιημένος. Θέλει να μεγαλώσει περισσότερο το καινούριο παλάτι, να του δώσει ακόμη μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια, ώστε να μη βρίσκεται όμοιό του στον κόσμο. Ο Βισβακαρμάν, αποκαμωμένος από την προσπάθεια, παραπονιέται στον Βράχμα, το Θεό Δημιουργό. Εκείνος του υπόσχεται να τον βοηθήσει και καταφεύγει στον Βισνού, το Υπέρτατο Ον, που κι ο ίδιος ο Βράχμα είναι απλό όργανό του. Ο Βισνού αναλαβαίνει να ξαναφέρει τον Ιντρα στην πραγματικότητα.
Μιά ωραία ημέρα, ο Ιντρα δέχεται επισκέπτη στο παλάτι του ένα νέο ντυμένο με κουρέλια. Ηταν ο ίδιος ο Βισνού, που ντύθηκε έτσι για να ταπεινώσει τον Βασιλέα των Θεών. Χωρίς να του φανερώσει στην αρχή ποιός είναι, τον λέει «παιδί μου» και αρχίζει να του μιλάει για τους αμέτρητους Ιντρα, που έχουν ως εκείνη τη στιγμή κατοικήσει στους αμέτρητους Κόσμους.
« Η ζωή και η βασιλεία ενός Ιντρα» του λέει, « κρατάνε 71 αιώνες [ένας κύκλος, ένας μαχαγιούκα αποτελείται από 12.000 θεϊκά έτη, δηλαδή 4.320.000 χρόνια]. Ενα ημερονύκτιο του Βράχμα ισοδυναμεί με 28 ζωές του Ιντρα. Μα η ζωή ενός Βράχμα, αν υπολογιστεί με τέτοια ημερονύκτια, δεν κρατάει παραπάνω από 108 έτη. Ο ένας Βράχμα ακολουθεί τον άλλο. Ο ένας κοιμάται, ο άλλος σηκώνεται. Δεν μπορεί να τους μετρήσει κανείς. Ατελείωτο το πλήθος αυτών των Βράχμα... –άσε πια των Ιντρα!
Και ποιός να λογαριάσει τους Κόσμους, που καθένας έχει τους Βράχμα και τους Ιντρα του; Πέρα απ’ όσο μακριά θα μπορούσε οποιοσδήποτε να δει, πέρα απ’ όσο διάστημα θα μπορούσε να φανταστεί, οι Κόσμοι γεννιούνται και σβήνουν δίχως τελειωμό. Σαν ελαφριά καράβια οι Κόσμοι πλέουν πάνω στο αγνό και απύθμενο νερό, που σχηματίζει το σώμα του Βισνού. Απ’ αυτό το σώμα, από κάθε πόρο του, ένας Κόσμος υψώνεται για μιά στιγμή κι ύστερα κομματιάζεται. Είναι δυνατόν να ‘χεις την αλαζονεία να τους μετρήσεις; Πιστεύεις ότι μπορείς να απαριθμήσεις τους θεούς όλων αυτών των Κόσμων των σημερινών και των περασμένων;»
Οσο μιλούσε ο νέος (ο Βισνού δηλαδή), μια φάλαγγα από μυρμήγκια είχε εμφανιστεί στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού. Η μάζα των μυργκιών, σε πυκνή παράταξη, δύο μέτρα πλατιά, προχωρούσε πάνω στο πάτωμα. Ο νέος τα πρόσεξε, σώπασε ξαφνιασμένος κι έπειτα έβαλε τα γέλια. «Γιατί γελάς;» ρώτησε ο Ιντρα.
«Είδα τα μυρμήγια, ώ Ιντρα, που ξεδιπλώνονται στη μεγάλη αυτή παρέλαση. Καθένα απ’ αυτά, με τη δύναμη της ευσέβειας του, ανέβηκε κάποτε στο αξίωμα ενός Βασιλιά των Θεών. Αλλά σήμερα, ύστερ’ από πολλές μετεμψυχώσεις, ξανάγιναν ο καθένας τους ένα μυρμήγκι. Αυτή η στρατιά των μυρμηγκιών είναι μιά στρατιά από παλιούς Ιντρα...»
Επειτ’ απ’ αυτή την αποκάλυψη, ο Ιντρα κατάλαβε τη ματαιότητα της υπεροψίας του και της φιλοδοξίας του. Κάλεσε το θαυμαστό αρχιτέκτονα Βισβακαρμάν, τον αντάμειψε βασιλικά και παράτησε την ιδέα να μεγαλώσει το παλάτι ων θεών. (τέλος πρώτου μέρους)
Φανερή είναι η πρόθεση του μύθου. Η ιλιγγιώδης αναπόληση των αμέτρητων κόσμων που ξεπετάγονται απ΄ το σώμα του Βισνού και χάνονται, στάθηκε αρκετή για να ξυπνήσει τον Ιντρα, για να τον αναγκάσει δηλαδή να ξεπεράσει τον περιορισμένο και αυστηρά προσδιορισμένο ορίζοντα της «κατάστασης» του, του Βασιλέα των Θεών. Μπαίνει μάλιστα κανείς στον πειραμό να προσθέσει: της «ιστορικής του κατάστασης». Γιατι ο Ιντρα τυχαίνει να είναι Μεγάλος Πολέμαρχος και Αρχηγός των Θεών σε μιά ορισμένη ιστορική στιγμή, σε ορισμένη φάση του μεγαλειώδους κοσμικού δράματος. Ακούει από το στόμα του ίδιου του Βισνού μία αληθινή ιστορία: την αληθινή ιστορία για την αιώνια δημιουργία και καταστροφή των κόσμων, που μπροστά της η δική του ιστορία, οι αναρίθμητες ηρωικές του περιπέτειες, που κορυφώθηκαν με τη συντριβή του Βρτρα, φαίνονται πραγματικά σαν «ιστορίες ψεύτικες», δηλαδή περιστατικά δίχως υπερβατική σημασία. Η αληθινή ιστορία, του αποκαλύπτει τον Μεγάλο Χρόνο, το χρόνο το μυθικό, που είναι η αληθινή πηγή κάθε όντος και κάθε κοσμικού περιστατικού. Επειδή μπορεί και ξεπερνάει την ιστορικά προσδιορισμένη «κατάσταση» του και πετυχαίνει να ξεσκίσει το απατηλό πέπλο που δημιουργήθηκε απ’ το βέβηλο χρόνο, δηλαδή απ’ τη δική του «ιστορία», γι’ αυτό γιατρεύεται ο Ιντρα από την υπεροψία και την άγνοια – «σώζεται», σύμφωνα με το χριστιανικό όρο. Κι αυτή τη σωτήρια λειτουργία του ασκεί ο μύθος, όχι μόνο για τον Ιντρα, μα για κάθε άνθρωπο που ακούει την περιπέτεια του. Η υπέρβαση του βέβηλου χρόνου, η επανεύρεση του μυθικού Μεγάλου Χρόνου, ισοδυναμεί με αποκάλυψη της ύστατης πραγματικότητας, της αυστηρά μεταφυσικής, που μόνο με τους μύθους και τα σύμβολα είναι δυνατό να την προσεγγίσει κανείς.
(δεύτερο μέρος)
Ταπεινωμένος από την αποκάλυψη του Βισνού ο Ιντρα παρατάει τον προορισμό του, του θεού πολεμιστή, και αποτραβιέται στα βουνά, για να αφιερωθεί στον πιο φοβερό ασκητισμό. Δηλαδή ετοιμάζεται να δεχθεί το μόνο, καθώς του φαίνεται, λογικό συμπέρασμα από την αποκάλυψη της μη πραγματικότητας και της ματαιότητας του κόσμου. Αναρωτιέται όμως κανείς, αν ένας Βασιλιάς των Θεών, ένας σύζυγος είχε το δικαίωμα να φτάσει σε τέτοια συμπεράσματα από μια αποκάλυψη μεταφυσικού τύπου, αν η απάρνηση κι ο ασκητιμός του δεν έβαζαν σε κίνδυνο την ισορροπία του κόσμου. Και πραγματικά, ύστερ’ από λίγο καιρό η βασίλισα Σάσι, πονώντας για την εγκατάλειψη της, ικετεύει τον Μπρασπάτι, ιερέα και σύμβουλο τους, να τη βοηθήσει. Εκείνος την παίρνει απ’ το χέρι, πάει μαζί της στον Ιντρα και του μιλάει ώρα πολλή, όχι μόνο για την ανωτερότητα της ασκητικής ζωής, αλλά και για τη σπουδαιότητα της συνηθισμενης ζωής, εκείνης που βρίσκει την πληρότητα της σε τούτο τον κόσμο. Ετσι ο Ιντρα δέχεται μία ακόμη αποκάλυψη: καταλαβαίνει ότι καθένας πρέπει να ακολουθεί το δικό του δρόμο, να εκπληρώνει τον προορισμό του, δηλαδή σε τελευταία ανάλυση, να εκτελεί το καθήκον του. Κι αφού προορισμός και καθήκον του ήταν να μείνει Ιντρα, ξαναπαίρνει την ταυτότητα του και συνεχίζει τα ηρωικά του κατορθώματα χωρίς υπερηφάνεια και κομπασμό, γιατί κατάλαβε τη ματαιότητα κάθε «κατάστασης», ακόμη και του Βασιλιά των Θεών...
Αυτή η συνέχεια του μύθου αποκαθιστά την ισορροπία: το σπουδαίο δεν είναι πάντα να απαρνιέται κανείς την ιστορική του κατάσταση προσπαθώντας μάταια να φτάσει το Παγκόσμιο Ον, αλλά να διατηρεί αδιάκοπα στο πνεύμα του τις προοπτικές του Μεγάλου Χρόνου, χωρίς ωστόσο να παύει να εκτελεί το καθήκον του μες στον ιστορικό του χρόνο. Στην Ινδία, όπως λίγο πολύ σ’ όλο τον αρχαϊκό κόσμο, το άνοιγμα προς το Μεγάλο Χρόνο, που το πετυχαίνει κανείς με την περιοδική αφήγηση των μύθων, βοηθάει στην διατήρηση για χρόνο αόριστο μιας ορισμένης τάξης μεταφυσικής, ηθικής και κοινωνικής, η οποία δεν οδηγεί καθόλυ στην ειδωλολατρεία της Ιστορίας. Γιατί στην προοπτική του μυθικού Χρόνου καταντάει απατηλό κάθε τμήμα του ιστορικού χρόνου.
Οπως είδαμε, ο μύθος του κυκλικού και άπειρου Χρόνου, ξεσκίζοντας τις αυταπάτες που έχουν υφάνει οι ελάσσονες ρυθμοί του Χρόνου, δηλαδή ο ιστορικός χρόνος, μας αποκαλύπτει το πρόσκαιρο και τελικά το οντολογικά μη – πραγματικό του Κόσμου, καθώς και την οδό της λύτρωσης μας. Από τα δεσμά της Μάγια (βλέπε στην αρχή του κειμένου) γλιτώνει κανείς με δύο τρόπους: ή από την ασκητική οδό, με την απάρνηση του κόσμου και εφαρμόζοντας την άσκηση και τις σχετικές μυστικιστικές τεχνικές ή με την έμπρακτη δράση, μένοντας στον κόσμο, χωρίς όμως να χαίρεται τους «καρπούς των πράξεων του» {φαλατρσναβαϊράτζυα}.
Τόσο στη μία όσο και στην άλλη περίπτωση το σπουδαίο είναι να μην πιστεύει κανείς μόνο στην πραγματικότητα των μορφών που γεννιούνται και αναπτύσονται μες στο Χρόνο: δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει πως αυτές οι μορφές δεν είναι «αληθινές» παρά μόνο σε σχέση με το δικό του επίπεδο, ενώ οντολογικά στερούνται ουσίας.
.
Όποιος φοβάται τον θάνατο είναι ήδη νεκρός.
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica
Όποιος θέλει για μια στιγμή η ζωή του να ανήκει μόνο σ' αυτόν, που θέλει για μια στιγμή να είναι πεπεισμένος για όσα κάνει, πρέπει να αδράξει το παρόν.
Πρέπει να αντιμετωπίζει τα πάντα στο παρόν ως τελικά, σαν να ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθήσει αμέσως ο θάνατος.
Και πρέπει μετά στο σκοτάδι να δημιουργήσει ζωή. Ζωή μέσα από τον εαυτό του.
Carlo Michelstaedter, La Persuasione e la Rettorica
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου