Του πήρε ώρα ν' αποκοιμηθεί. Μετά από λίγο γύρισε και κοίταξε τον άντρα. Το πρόσωπό του στο αδύναμο φωτάκι κηλιδωμένο με μαύρες ρίγες της βροχής σαν κάποιου ηθοποιού του παλιού κόσμου. Να σε ρωτήσω κάτι; είπε
Και βέβαια. Ό,τι θές.
Θα πεθάνουμε;
Κάποια στιγμή. Οχι τώρα.
Και πηγάινουμε ακόμα νότια.
Ναι.
Οπότε θα ΄ναι πιό ζεστά.
Ναι.
Μάλιστα.
Τι μάλιστα;
Τίποτα. Ετσι το 'πα.
Πέσε κοιμήσου.
Οκέι.
Θα σβήσω τη λάμπα τώρα. Σε πειράζει;
Oχι. Δεν με πειράζει.
Και πιό μετά μες στο σκοτάδι: Να σε ρωτήσω κάτι;
Και βέβαια. Οτι θες.
Τι θα 'κανες αν πέθαινα;
Αν πέθαινες θα 'θελα να πεθάνω κι εγώ.
Για να 'μαστε μαζί;
Ναι. Για να 'μαστε μαζί.
Οκέι.
......................................................
......................................................
......................................................
Κάθισαν οκλαδόν στο δρόμο κι έφαγαν κρύο ρύζι και κρύα φασόλια που 'χαν μαγειρέψει εδώ και μέρες. Που 'χαν ήδη πάρει να μουχλιάζουν. Μέρος πουθενά για ν' ανάψουν φωτιά και να μη φαίνεται. Κοιμήθηκαν αγκαλιασμένοι μες στα σκεπάσματα που έζεχναν μες στο σκοτάδι και στο κρύο. Κρατούσε σφιχτά το αγόρι πάνω του. Τόσο λιγνό. Καρδιά μου, είπε. Καρδιά μου. Μα ήξερε πως και καλός πατέρας να ήταν και πάλι μπορεί να 'ταν σωστά τα λόγια της. Οτι το αγόρι ήταν το μόνο εμπόδιο ανάμεσα σ' αυτόν και τον θάνατο.
ΚΟΡΜΑΚ ΜΑΚ ΚΑΡΘΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ
Και βέβαια. Ό,τι θές.
Θα πεθάνουμε;
Κάποια στιγμή. Οχι τώρα.
Και πηγάινουμε ακόμα νότια.
Ναι.
Οπότε θα ΄ναι πιό ζεστά.
Ναι.
Μάλιστα.
Τι μάλιστα;
Τίποτα. Ετσι το 'πα.
Πέσε κοιμήσου.
Οκέι.
Θα σβήσω τη λάμπα τώρα. Σε πειράζει;
Oχι. Δεν με πειράζει.
Και πιό μετά μες στο σκοτάδι: Να σε ρωτήσω κάτι;
Και βέβαια. Οτι θες.
Τι θα 'κανες αν πέθαινα;
Αν πέθαινες θα 'θελα να πεθάνω κι εγώ.
Για να 'μαστε μαζί;
Ναι. Για να 'μαστε μαζί.
Οκέι.
......................................................
......................................................
......................................................
Κάθισαν οκλαδόν στο δρόμο κι έφαγαν κρύο ρύζι και κρύα φασόλια που 'χαν μαγειρέψει εδώ και μέρες. Που 'χαν ήδη πάρει να μουχλιάζουν. Μέρος πουθενά για ν' ανάψουν φωτιά και να μη φαίνεται. Κοιμήθηκαν αγκαλιασμένοι μες στα σκεπάσματα που έζεχναν μες στο σκοτάδι και στο κρύο. Κρατούσε σφιχτά το αγόρι πάνω του. Τόσο λιγνό. Καρδιά μου, είπε. Καρδιά μου. Μα ήξερε πως και καλός πατέρας να ήταν και πάλι μπορεί να 'ταν σωστά τα λόγια της. Οτι το αγόρι ήταν το μόνο εμπόδιο ανάμεσα σ' αυτόν και τον θάνατο.
ΚΟΡΜΑΚ ΜΑΚ ΚΑΡΘΥ
Ο ΔΡΟΜΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΟΡΤΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου